Η διαθλαστική χειρουργική με λέιζερ έχει φέρει σημαντική πρόοδο στην Οφθαλμολογία, καθιστώντας δυνατή τη μόνιμη διόρθωση της μυωπίας και άλλων διαθλαστικών σφαλμάτων. Από την εποχή της πρώτης εφαρμογής της μεθόδου PRK και, αργότερα, της LASIK, πριν από περίπου 30 χρόνια, πάνω από 40 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν υποβληθεί σε διόρθωση με λέιζερ, επιτυγχάνοντας εντυπωσιακή βελτίωση της όρασής τους.
Η μυωπία, ωστόσο, δεν είναι η μοναδική διαθλαστική διαταραχή που μπορεί να αντιμετωπιστεί με λέιζερ. Η τεχνολογική πρόοδος στη διαθλαστική χειρουργική επιτρέπει σήμερα την ακριβή και ασφαλή διόρθωση και άλλων προβλημάτων, όπως η υπερμετρωπία, ο αστιγματισμός και η πρεσβυωπία, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται συγκεκριμένα ιατρικά κριτήρια.
«Οι διαθλαστικές επεμβάσεις με laser που εφαρμόζονται σήμερα περιλαμβάνουν τις τεχνικές SMILE Pro, LASIK και PRK. Ο κατάλληλος τύπος επέμβασης επιλέγεται από τον χειρουργό οφθαλμίατρο, έπειτα από πλήρη προεγχειρητικό έλεγχο και αξιολόγηση του ιατρικού ιστορικού και της κλινικής εικόνας των ματιών του ασθενούς», εξηγεί ο Dr. Κωνσταντίνος Χ. Καραμπάτσας, Χειρουργός Οφθαλμίατρος, Αναπληρωτής Καθηγητής Οφθαλμολογίας στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και Διδάκτωρ–Λέκτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Bristol, Ηνωμένο Βασίλειο.
Όπως διευκρινίζει, όλες οι μέθοδοι έχουν μόνιμα αποτελέσματα, υψηλή ασφάλεια όταν ακολουθούνται τα πρωτόκολλα, και συγκρίσιμη αποτελεσματικότητα. Η επιλογή εξαρτάται από παράγοντες όπως η μορφολογία του ματιού και άλλα εξατομικευμένα χαρακτηριστικά που αξιολογεί ο ειδικός.
Για παράδειγμα:
- 
Η μέθοδος SMILE Pro είναι ιδιαίτερα κατάλληλη για ασθενείς με ξηροφθαλμία
 - 
Η LASIK ενδείκνυται για υψηλή μυωπία, αλλά και για υπερμετρωπία και αστιγματισμό
 - 
Η PRK εφαρμόζεται κυρίως σε μικρούς βαθμούς μυωπίας και όταν ο κερατοειδής είναι λεπτός
 
«Παρότι πραγματοποιείται εκτενής ενημέρωση μεταξύ γιατρού και ενδιαφερόμενου σχετικά με τις διαθέσιμες επιλογές, η τελική απόφαση εξαρτάται από τα αποτελέσματα των εξειδικευμένων εξετάσεων. Ο υποψήφιος θα πρέπει να πληροί συγκεκριμένες κλινικές και ανατομικές ενδείξεις, και εφόσον επιλεγεί η λύση με λέιζερ, να ενημερωθεί διεξοδικά για τα αναμενόμενα αποτελέσματα και τις πιθανές παρενέργειες», επισημαίνει ο καθηγητής.
Ποια είναι τα κριτήρια για να θεωρηθεί κάποιος κατάλληλος υποψήφιος;
Ορισμένες βασικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται είναι:
- 
Ηλικία άνω των 18 ετών
 - 
Απουσία άλλων οφθαλμολογικών ή συστηματικών παθήσεων που αντενδείκνυνται
 - 
Καμία ενεργή λοίμωξη στα μάτια
 - 
Στις γυναίκες, να μην είναι σε κύηση ή λοχεία
 - 
Σταθεροί βαθμοί όρασης για τουλάχιστον 12 μήνες
 - 
Για μυωπία, σταθερότητα κάτω από μισό βαθμό τα τελευταία δύο χρόνια
 - 
Οι βαθμοί να βρίσκονται εντός του θεραπευτικού εύρους:
- 
Μυωπία έως περίπου 10 βαθμούς
 - 
Υπερμετρωπία έως 6 βαθμούς
 - 
Αστιγματισμός έως 6 βαθμούς
 
 - 
 
Επιπλέον, θα πρέπει ο κερατοειδής χιτώνας να έχει επαρκές πάχος, όπως προσδιορίζεται με ειδικές απεικονιστικές εξετάσεις.
Ποιοι δεν είναι κατάλληλοι για διαθλαστική χειρουργική με λέιζερ;
Υποψήφιοι εξαιρούνται εάν:
- 
Έχουν υψηλή μυωπία άνω των 10 βαθμών, καθώς το λέιζερ αφαιρεί ιστό από τον κερατοειδή και το υπόλοιπο πάχος ενδέχεται να μην είναι επαρκές για δομική σταθερότητα, αυξάνοντας τον κίνδυνο εκτασίας κερατοειδούς
 - 
Πάσχουν από πολύ λεπτό κερατοειδή
 - 
Έχουν μεγάλες κόρες οφθαλμών, καθώς μπορεί να παρουσιάσουν θαμπάδα ή φωτοστέφανα σε χαμηλό φωτισμό, ειδικά κατά τη νυχτερινή οδήγηση
 
«Η προβλεψιμότητα της επέμβασης μειώνεται σημαντικά πάνω από τους 8–10 βαθμούς μυωπίας. Αντίστοιχα, σε περιπτώσεις υπερμετρωπίας άνω των 6 βαθμών, υπάρχει αυξημένη πιθανότητα υποδιόρθωσης, υπερδιόρθωσης ή ανωμαλιών του κερατοειδούς μετά την επέμβαση», εξηγεί ο Dr. Καραμπάτσας.
Η διάμετρος της κόρης μετράται με κορομετρία κατά την προεγχειρητική φάση. Αν η κόρη είναι μεγαλύτερη από το οπτικό πεδίο του λέιζερ, υπάρχει κίνδυνος έντονων οπτικών ενοχλήσεων στο σκοτάδι.
Εναλλακτικές λύσεις για μη κατάλληλους υποψήφιους
«Η διαθλαστική χειρουργική με λέιζερ προσφέρει πολύ καλά αποτελέσματα για τη συντριπτική πλειονότητα των υποψηφίων με μυωπία, υπερμετρωπία ή αστιγματισμό. Υπάρχει όμως και ποσοστό ασθενών που αποκλείονται, λόγω υψηλών βαθμών ή ανατομικών περιορισμών», υπογραμμίζει ο Καθηγητής.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, προσφέρονται άλλες αποτελεσματικές επεμβατικές λύσεις, όπως:
- 
Φακικά ενδοφακικά εμφυτεύματα (ICL)
 - 
Διαθλαστική αφαίρεση του κρυσταλλοειδούς φακού (CLE ή RLE)
 
Οι μέθοδοι αυτές διατίθενται σε σύγχρονα χειρουργικά οφθαλμολογικά κέντρα και προσφέρουν εξίσου ακριβή και ασφαλή διόρθωση, ακόμα και σε περιπτώσεις πολύ υψηλής μυωπίας, υπερμετρωπίας ή αστιγματισμού.
Η διόρθωση της μυωπίας, του αστιγματισμού και άλλων διαθλαστικών σφαλμάτων με λέιζερ έχει μεταμορφώσει την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Όμως, η καταλληλότητα για τη συγκεκριμένη επέμβαση δεν είναι δεδομένη για όλους – και αυτό την καθιστά ιατρικά απαιτητική και εξατομικευμένη διαδικασία.
Η συμβουλή ενός εξειδικευμένου χειρουργού οφθαλμίατρου, σε ένα πιστοποιημένο οφθαλμολογικό κέντρο, είναι απαραίτητη για την ασφαλή αξιολόγηση κάθε περίπτωσης. Με τις κατάλληλες εξετάσεις και πλήρη ενημέρωση, κάθε υποψήφιος μπορεί να οδηγηθεί στη λύση που του ταιριάζει περισσότερο – είτε πρόκειται για διαθλαστική επέμβαση με λέιζερ είτε για κάποια εναλλακτική τεχνολογικά εξελιγμένη προσέγγιση.
Η βελτίωση της όρασης με ακρίβεια και ασφάλεια δεν είναι πλέον προνόμιο των λίγων, αλλά μια ρεαλιστική και καθημερινή επιλογή, αρκεί να γίνει με γνώση, υπευθυνότητα και την καθοδήγηση του ειδικού.
Επιμέλεια: Ευγένιος Γκράουρ

