Η επιστημονική συζήτηση γύρω από τα λιπίδια επικεντρωνόταν επί δεκαετίες κυρίως στη χοληστερόλη και ιδίως στην HDL και LDL. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, τα τριγλυκερίδια έχουν αναδειχθεί σε έναν σημαντικό βιοδείκτη καρδιαγγειακού κινδύνου, ιδίως σε άτομα με μεταβολικές διαταραχές. Στο παρακάτω άρθρο, ο καθηγητής καρδιολογίας Χριστόδουλος Στεφανάδης εξηγεί με επιστημονική σαφήνεια το ρόλο των τριγλυκεριδίων, την παθογένειά τους και τις επιπτώσεις τους στην αθηροσκλήρωση, με βάση τα σύγχρονα δεδομένα.
Ο ρόλος των τριγλυκεριδίων πέραν της HDL χοληστερόλης
Πέραν της HDL χοληστερόλης διερευνήθηκε και ο ρόλος των τριγλυκεριδίων. Στην αύξηση της συγκέντρωσης αυτών στο αίμα, σημαντικό ρόλο εκτός των γενετικών παραγόντων παίζει ο τρόπος ζωής. Ετσι, η παχυσαρκία, η καθιστική ζωή, το κάπνισμα, η υπέρμετρη χρήση αλκοόλ, δίαιτες υψηλές σε υδατάνθρακες, διάφορα φάρμακα, ακόμη και διάφορες παθήσεις όπως ο σακχαρώδης διαβήτης και χρόνιες νόσοι των νεφρών, έχουν σαν αποτέλεσμα την άνοδο των τριγλυκεριδίων στο αίμα.
Συσχέτιση τριγλυκεριδίων με στεφανιαία νόσο
Πολλές μελέτες ανέφεραν μια θετική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων τριγλυκεριδίων και της επίπτωσης στεφανιαίας νόσου. Βέβαια δεν είναι ξεκάθαρο εάν τα υψηλά τριγλυκερίδια αποτελούν κύριο μηχανισμό εμφάνισης στεφανιαίου επεισοδίου, ή δρουν μέσω της σχέσης τους με άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η παχυσαρκία, η αρτηριακή υπέρταση, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αντίσταση στην ινσουλίνη και η επηρεασμένη γλυκόζη νηστείας, καθώς και η προθρομβωτική κατάσταση.
Νεότερα δεδομένα: Επιβεβαίωση αυξημένου κινδύνου
Σήμερα η γνώση ότι άτομα με υψηλά τριγλυκερίδια έχουν αυξημένο στεφανιαίο κίνδυνο ισχυροποιείται από καινούργιες μελέτες που συμπεραίνουν ότι η σχέση υψηλών τριγλυκεριδίων και στεφανιαίας νόσου είναι πλέον ισχυρή από ό,τι θεωρούνταν παλαιότερα. Τα υψηλά τριγλυκερίδια του αίματος βοηθούν στην αναγνώριση ατόμων με αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο που χρειάζονται ιατρική παρέμβαση.
Προέλευση και αθηρογόνος δράση των VLDL
Τα τριγλυκερίδια προέρχονται από τις πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες (VLDL). Οπως οι αυξημένες LDL (χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες), έτσι και ορισμένες από τις πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες προκαλούν ή επιτείνουν την αθηροσκληρυντική διαδικασία. Σαν αθηρογόνες χαρακτηρίζονται οι μικρές πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες που αντιστοιχούν σε τιμές τριγλυκεριδίων στο αίμα περίπου 200-500 mg/dl.
Πολύ υψηλά τριγλυκερίδια και παγκρεατίτιδα
Οταν τα τριγλυκερίδια του αίματος είναι πολύ υψηλά > 1000 mg/dl, τότε οι πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες, από τις οποίες προέρχονται, δεν προκαλούν αθηρωμάτωση αλλά ευθύνονται για παγκρεατίτιδες.
Η συμβολή της non-HDL χοληστερόλης στην καρδιαγγειακή πρόληψη
Σήμερα είναι γνωστό ότι επί υψηλών τριγλυκεριδίων, 200-500 mg/dl, ο στεφανιαίος κίνδυνος δεν προέρχεται μόνο από την LDL, αλλά και από τις πολύ χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνες. Το άθροισμα LDL χοληστερόλη + VLDL χοληστερόλη αποτελεί τη λεγόμενη non-HDL χοληστερόλη, η οποία πρέπει να μειωθεί στα επιθυμητά επίπεδα ώστε να μειωθεί ο στεφανιαίος κίνδυνος.
Επιθυμητές τιμές non-HDL χοληστερόλης
Επιθυμητές τιμές της non-HDL χοληστερόλης είναι το άθροισμα της επιθυμητής LDL χοληστερόλης και της φυσιολογικής τιμής της VLDL χοληστερόλης, η οποία είναι 30 mg/dl.
Τριγλυκερίδια – ένας δείκτης που δεν πρέπει να αγνοούμε
Η αξιολόγηση των επιπέδων τριγλυκεριδίων στην καθημερινή κλινική πράξη αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία, όχι μόνο ως βοηθητικό στοιχείο σε συνδυασμό με την LDL, αλλά ως ανεξάρτητος δείκτης κινδύνου. Η ενίσχυση της γνώσης γύρω από την non-HDL χοληστερόλη, καθώς και η αξιοποίηση των πιο εξειδικευμένων λιπιδαιμικών παραμέτρων, οδηγούν σε πιο στοχευμένες παρεμβάσεις για τη μείωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων.
Σε έναν πληθυσμό όπου η παχυσαρκία, ο διαβήτης και η καθιστική ζωή αποτελούν καθημερινότητα, η παρακολούθηση και έγκαιρη παρέμβαση στα αυξημένα τριγλυκερίδια είναι κομβική για την πρόληψη.
Γράφει ο: Χριστόδουλος Στεφανάδης – Καθηγητής Καρδιολογίας
Επιμέλεια: Ευγένιος Γκράουρ